Η Ευρώπη πρέπει επειγόντως να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα της περιόδου μετά την πανδημία COVID-19 και να εξετάσει ένα νέο μοντέλο για τις αστικές περιοχές της ΕΕ.
Σύμφωνα με την έκθεση της Ε.Ε. σχετικά με τις προκλήσεις για τις αστικές περιοχές στη μετά την COVID-19 εποχή ανακοινώθηκαν τα εξής:
Η COVID-19 που είναι ταυτόχρονα μια υγειονομική, οικονομική και κοινωνική κρίση αποτελεί μια σοβαρή πρόκληση για τις πόλεις, οι οποίες έχουν πληγεί σοβαρά από την πανδημία. Παρά τη συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας, τα υψηλά ποσοστά μόλυνσης και τους συχνά ανεπαρκείς πόρους, οι αστικές αρχές έχουν διαδραματίσει ηγετικό ρόλο στη διαχείριση της κρίσης λόγω της νόσου COVID-19 στην πρώτη γραμμή, προσπαθώντας να περιορίσουν την εξάπλωση του κορονοϊού και να διαχειριστούν τον αντίκτυπο που έχει στην πράξη.
Οι πόλεις πρέπει να συμμετέχουν ως βασικοί εταίροι της ανάκαμψης από τη νόσο COVID-19, με στόχο μια βιώσιμη και ανθεκτική Ευρώπη χωρίς αποκλεισμούς. Οι προσπάθειες ανάκαμψης πρέπει να στραφούν προς την αντιμετώπιση των μακροχρόνιων τρωτών σημείων στις πόλεις και να προχωρήσουν πέρα από την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της νόσου COVID-19 στην υγεία, ώστε να αντιμετωπιστούν οι επίμονες ανισότητες.
Η έκθεση περιλαμβάνει σειρά συστάσεων για την αντιμετώπιση ορισμένων από τις σοβαρότερες προκλήσεις στις αστικές περιοχές στη μετά την COVID εποχή, οι οποίες διαρθρώνονται σε τέσσερα κεφάλαια: πόλεις χωρίς αποκλεισμούς, πράσινες πόλεις, καινοτόμες πόλεις και προσαρμοσμένες πρωτοβουλίες πολιτικής.
Οι μητροπολιτικές περιφέρειες, που σήμερα περιλαμβάνουν τα τρία πέμπτα του πληθυσμού της ΕΕ –ποσοστό που αναμένεται να αυξηθεί στο μέλλον– αντιμετωπίζουν μακροχρόνιες ανισότητες που έχουν οξυνθεί λόγω της πανδημίας. Η υπερσυγκέντρωση του πληθυσμού σε ορισμένες αστικές περιοχές έχει δευτερεύουσες συνέπειες, όπως το εντεινόμενο πρόβλημα της ανεύρεσης οικονομικά προσιτής στέγασης, η ρύπανση και η υποβάθμιση της ποιότητας ζωής. Επιπλέον, ορισμένα τμήματα του πληθυσμού αντιμετωπίζουν σημαντικό κίνδυνο φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού σε πολλές αστικές περιοχές.
Καθώς εξελισσόταν η κρίση, κατέστη σαφές ότι η πανδημία έχει επιπτώσεις ανάλογα με το φύλο, τις οποίες οι πόλεις θα πρέπει να λάβουν υπόψη. Πρώτον, οι γυναίκες ενδέχεται να αντιμετωπίσουν αυξημένο κίνδυνο έκθεσης στον ιό, καθώς αποτελούν μεγάλο τμήμα του εργατικού δυναμικού στον τομέα της υγείας και την πλειονότητα των ατόμων που παρέχουν φροντίδα σε σπίτια και κοινότητες. Εκτός από τους κινδύνους για την υγεία, τα στοιχεία δείχνουν επίσης ότι οι γυναίκες είναι πιο ευάλωτες στους οικονομικούς κινδύνους που συνδέονται με την πανδημία COVID-19. Οι καραντίνες και οι απαιτήσεις κοινωνικής αποστασιοποίησης έθεσαν επίσης τις γυναίκες σε αυξημένο κίνδυνο έμφυλης βίας και, ταυτόχρονα, η πρόσβαση των γυναικών σε δίκτυα υποστήριξης, κοινωνικές υπηρεσίες και εγκαταστάσεις σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας μειώθηκε.
Οι πόλεις έχουν διαδραματίσει καίριο ρόλο στη διασφάλιση της ισότητας σε ολόκληρη την Ένωση, αλλά πρέπει να γίνουν περισσότερα. Συγκεκριμένες δράσεις που αποσκοπούν στη γεφύρωση του χάσματος μεταξύ των φύλων στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής είναι ζωτικής σημασίας. Τα κράτη μέλη πρέπει να καθιερώσουν μεθόδους συλλογής δεδομένων που να αντιστοιχούν σε δεδομένα ανά φύλο. Η αδιαφορία για την παράμετρο του φύλου στη συλλογή και παρακολούθηση δεδομένων μπορεί να αποβεί επιζήμια για την τεκμηριωμένη πολιτική απόκριση και, γενικότερα, για την επίτευξη στόχων βιώσιμης ανάπτυξης στις πόλεις. Πρέπει επίσης να υιοθετήσουμε μια διατομεακή προσέγγιση που θα λαμβάνει ακόμη υπόψη την ηλικία, τη φυλή και τις αναπηρίες. Για να διασφαλιστεί η ισότητα σε ολόκληρη την Ένωση, οι δικαιούχοι της πολιτικής συνοχής δεν θα πρέπει να υιοθετήσουν πολιτικές που εισάγουν διακρίσεις, ιδίως εναντίον μειονοτήτων, όπως η κοινότητα ΛΟΑΤΚΙ.
Τα κράτη μέλη πρέπει επίσης να αντιμετωπίσουν τις χρηματοδοτικές ανάγκες των τοπικών αρχών, συμπεριλαμβανομένων των αστικών περιοχών, για τη βιώσιμη στήριξη των κοινοτήτων Ρομά. Τα αστικά κέντρα, με σημαντικό πληθυσμό μεταναστών και προσφύγων, αντιμετωπίζουν πολλές κοινωνικοοικονομικές προκλήσεις. Οι ευρωπαϊκές πόλεις διαδραματίζουν καίριο ρόλο στην οικοδόμηση πολυδεκτικών και φιλόξενων κοινοτήτων, όπου κανείς δεν μένει στο περιθώριο.
Η ανεργία, και ιδίως η ανεργία των νέων, έχει επιδεινωθεί από την πανδημία COVID-19. Η Ευρώπη πρέπει να ενισχύσει τον ψηφιακό γραμματισμό προκειμένου να διευρύνει την πρόσβαση σε νέες ευκαιρίες. Οι επενδύσεις στην εκπαίδευση και την κατάρτιση πρέπει να ενισχυθούν με ισχυρότερα προγράμματα για την αναβάθμιση των δεξιοτήτων των εργαζομένων, την επανειδίκευση και τη διά βίου μάθηση. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίσουν την ενεργό συμμετοχή των αστικών αρχών στον σχεδιασμό προγραμμάτων που ανταποκρίνονται στις ανάγκες των νέων σε επίπεδο πόλης.
Δεδομένου ότι ο παγκόσμιος αστικός πληθυσμός αναμένεται να αυξηθεί έως και κατά τρία δισεκατομμύρια άτομα έως το 2050, οι πόλεις θα χρειαστούν εκτεταμένες αστικές διευθετήσεις που θα πρέπει επίσης να μετριάζουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και να περιορίζουν την αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη. Πρέπει να εφαρμοστεί μια συγχρονισμένη στρατηγική που να ανταποκρίνεται τόσο στη νόσο COVID-19 όσο και στην κλιματική κρίση, ώστε να μην υπάρξουν δυσμενείς επιπτώσεις από ενδεχόμενες μελλοντικές πανδημίες.
Οι ευρωπαϊκές αστικές περιοχές και πόλεις ευθύνονται για το μεγαλύτερο ποσοστό κατανάλωσης ενέργειας και εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην ΕΕ. Ωστόσο, διαδραματίζουν επίσης καίριο ρόλο στον αγώνα της Ένωσης για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και θα είναι ζωτικής σημασίας για τη μετάβαση σε μια κλιματικά ουδέτερη κοινωνία. Προκειμένου να τηρηθούν οι δεσμεύσεις της Ένωσης στο πλαίσιο της συμφωνίας του Παρισιού, οι πόλεις μας χρειάζονται περαιτέρω στήριξη. Πρέπει κατά προτεραιότητα να επικεντρωθούμε στα πλαίσια της κυκλικής οικονομίας, στη βιώσιμη αστική κινητικότητα και στην επιτάχυνση των επενδύσεων σε πράσινες υποδομές και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας σε επίπεδο πόλης και στην τήρηση της αρχής της «μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης».
Μετά από μήνες περιορισμών της κυκλοφορίας και καραντίνας, οι ανοικτοί χώροι αναψυχής και σωματικής άσκησης έχουν καταστεί ζωτικής σημασίας. Οι πόλεις που δεν διαθέτουν τέτοιους χώρους πρέπει να επαναξιολογήσουν τη διαχείριση του χώρου για τον μετριασμό των επιπτώσεων μελλοντικών πανδημιών στην ψυχική και σωματική υγεία των πολιτών.
Μεταξύ των πολλών ανισοτήτων που αποκάλυψε η πανδημία COVID-19, σημαντική είναι το ψηφιακό χάσμα, που πρέπει να αντιμετωπιστεί προκειμένου να διασφαλιστεί μια δίκαιη ψηφιακή μετάβαση. Μεγάλο ποσοστό της εκπαίδευσης, της εργασίας και των κοινωνικών υπηρεσιών ξεκίνησε να πραγματοποιείται διαδικτυακά μέσα σε λίγες εβδομάδες. Αν και πολλοί άνθρωποι δεν διαθέτουν τις συνδέσεις, τον εξοπλισμό και τις δεξιότητες πρόσβασης σε αυτά που συχνά είναι θεμελιώδη δικαιώματα, κατά ένα μεγάλο μέρος αυτή η αλλαγή θα είναι μόνιμη.
Η ψηφιοποίηση και η ψηφιακή συνδεσιμότητα πρέπει να αποτελούν προτεραιότητα για τις τοπικές κοινότητες όσον αφορά την ανάκαμψή τους. Η Ευρώπη πρέπει να αναγνωρίσει το δικαίωμα στην ψηφιακή ένταξη ως κοινωνικό δικαίωμα της νέας γενιάς και πρέπει να δεσμευτεί για την επίτευξη καθολικής συνδεσιμότητας στο διαδίκτυο για όλους. Ωστόσο, οι πόλεις δεν μπορούν να ξεπεράσουν μόνες τους τις ψηφιακές ανισότητες· οι δράσεις και οι πολιτικές για μια δίκαιη ψηφιακή μετάβαση θα πρέπει να αναπτυχθούν σε διάφορα επίπεδα, από το επίπεδο των πόλεων μέχρι το επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Ευρώπη πρέπει επειγόντως να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα της περιόδου μετά την πανδημία COVID-19 και να εξετάσει ένα νέο μοντέλο για τις αστικές περιοχές της ΕΕ. Παρά την έλλειψη σαφούς αρμοδιότητας της ΕΕ στην αστική ανάπτυξη, ένα ευρύ φάσμα πρωτοβουλιών της ΕΕ έχουν άμεσες ή έμμεσες επιπτώσεις στις πόλεις, τις κωμοπόλεις και τις λειτουργικές αστικές περιοχές. Χρειάζονται περαιτέρω ευκαιρίες χρηματοδότησης για την υλοποίηση προγραμμάτων από τις πόλεις σε τοπικό επίπεδο. Ενώ η χρηματοδότηση της ΕΕ είναι εξαιρετικά σημαντική για την εφαρμογή της κοινωνικής ένταξης σε τοπικό επίπεδο, ο αντίκτυπός της μπορεί επίσης να ενισχυθεί μέσω ενός κοινού πλαισίου διαχείρισης και υποβολής εκθέσεων.
Τέλος, η Ευρώπη πρέπει να διασφαλίσει την πλήρη εφαρμογή της αρχής της εταιρικής σχέσης, όπως ορίζεται στον κανονισμό περί κοινών διατάξεων. Η Επιτροπή πρέπει να υποβάλει έναν κώδικα δεοντολογίας για τις εταιρικές σχέσεις. Ο εν λόγω κώδικας δεοντολογίας θα πρέπει να καθορίζει ελάχιστα πρότυπα για τη συμμετοχή των περιφερειακών, τοπικών, αστικών και άλλων δημόσιων αρχών, των οικονομικών και κοινωνικών εταίρων και των αρμόδιων φορέων που εκπροσωπούν την κοινωνία των πολιτών, καθώς και των μη κυβερνητικών οργανώσεων. Θα διασφαλιστεί έτσι η συμμετοχή αυτών των φορέων στην προετοιμασία, την εφαρμογή, την παρακολούθηση και την αξιολόγηση των προγραμμάτων της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής τους σε επιτροπές παρακολούθησης.
ΔΕΙΤΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΚΘΕΣΗ ΕΔΩ: https://www.europarl.europa.eu/doceo/document/A-9-2021-0352_EL.html