ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ στον ΑΓΗΣΙΛΑΟ ΣΙΟΥΝΑ, Ηθοποιό
…δεν αρκεί η εξωτερική εμφάνιση για να προχωρήσεις θέλει και υπόβαθρο φλόγα, πάθος, προσωπικότητα, ταλέντο
«Κάνοντας μια αναδρομή στη ζωή μου, διαπιστώνω πως από τόσο δα κοριτσάκι φλερτάριζα με την υποκριτική. Έκανα μιμήσεις, απήγγειλα ωραία στις εθνικές εορτές του σχολείου, διοργάνωνα θεατρικές παραστάσεις με δικά μου κείμενα… Όλο και το γυρόφερνα. Άλλωστε, σε μια μικρή επαρχιακή πόλη, όπως ήταν η Σητεία, δε υπήρχε περίπτωση να πει κάποιος «θέλω να γίνω ηθοποιός». Πολύ περισσότερο που μεγάλωνα σε ένα σπίτι με μπαμπά φιλόλογο καθηγητή και με παππού δάσκαλο. Το θέατρο δε θα μπορούσε να είναι μέσα στους επαγγελματικούς μου ορίζοντες. Όμως ο ηθοποιός γεννιέται ! Και η συνέχεια το απέδειξε και στη δική μου περίπτωση.»
Έτσι ξεκίνησε η κουβέντα μας με την Γωγώ Ατζολετάκη. Ηθοποιός του θεάτρου, του κινηματογράφου και της τηλεόρασης, θιασάρχης, παραγωγός ραδιοφώνου και συγγραφέας, που στα Ελληνικά Καλλιστεία του 1971 κέρδισε τον τίτλο της 'Σταρ Ελλάς' και πέρασε στον μαγικό κόσμο της δημοσιότητας …
Το κορίτσι από την όμορφη Σητεία της Κρήτης που ως παιδί «έπαιζε», όπως μας είπε, «στις αλάνες και στους σχεδόν άδειους δρόμους, κι ήμασταν σε επαφή με τη φύση. Αυτά τα βιώματα μ’ έχουν σφραγίσει και γι’ αυτό θεωρώ τον εαυτό μου «παιδί του χωριού» και λιγότερο της πόλης» έγινε η Γωγώ της καρδιάς μας μέσα από κάθε τι που καταπιάστηκε .
- Δεχθήκατε κάποια επιρροή από την οικογένειά σας για να ασχοληθείτε με την υποκριτική;
Ιδιαίτερα, όχι. Ο μπαμπάς μου όμως ήταν πολύ θεατρόφιλος. Κι όταν ήρθαμε στην Αθήνα, για να εγκατασταθούμε οικογενειακώς, μας πήγαινε συχνά στο θέατρο. Σε αξιόλογες παραστάσεις. Βλέπαμε την Λαμπέτη, τον Μουσούρη, τις παραστάσεις του Μυράτ, του Χατζίσκου, παραστάσεις στο Εθνικό… Και μ’ αυτές τις εμπειρίες θέριευε η κλίση και η επιθυμία μου. Θυμάμαι, όταν είδαμε την «Τρικυμία» του Σαίξπηρ στο Εθνικό, με Άριελ τη μοναδική Βέρα Ζαβιτσιάνου… θυμάμαι που γύρισα στο σπίτι και έγραψα στο ημερολόγιό μου : «Δεν θα γίνω τίποτ’ άλλο στη ζωή μου, εκτός από ηθοποιός».
- Το καλοκαίρι του 1973 κάνατε την πρώτη σας εμφάνιση στο θέατρο με το έργο του Δημήτρη Ψαθά «Ο Αφελής» με πρωταγωνιστή τον Γιάννη Γκιωνάκη. Πώς νιώσατε στο πλευρό ενός τόσο σπουδαίου ηθοποιού;
Θα είμαι απόλυτα ειλικρινής. Δεν με απασχολούσε τότε, ούτε κι ένιωθα ιδιαίτερη συγκίνηση που θα έπαιζα δίπλα στον Γιάννη Γκιωνάκη. Αυτό που με δονούσε ήταν πως είχε φτάσει η ώρα να πατήσω σανίδι. Με το βάπτισμα της σκηνής ήμουν πλέον και επίσημα ηθοποιός. Είχα κατακτήσει το όνειρο !
- Το 1977 βραβευτήκατε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για την ερμηνεία σας στην ταινία του Ερμή Βελόπουλου «Το κλειστό παράθυρο». Θεωρείτε πως ήταν μια από τις κορυφαίες στιγμές της καριέρας σας;
Όχι… Δεν την θεωρώ κορυφαία στιγμή. Ασφαλώς χάρηκα, ασφαλώς ήταν τιμητική για μένα αυτή η βράβευση και σε τόσο νεαρή ηλικία (ήμουν μόνο 23 χρονών), αλλά τίποτα περισσότερο. Κορυφαία στιγμή στην καριέρα μου θεωρώ μέχρι σήμερα τη συνεργασία μου με το θέατρο ΚΝΩΣΟΣ και τον Λάμπρο Τσάγκα, όταν με την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή εκπροσωπήσαμε την Ελλάδα στο 1ο Διεθνές Φεστιβάλ Τέχνης της Τζακάρτας, στην Ινδονησία. Τον Ιούνιο του 2001. Μεταλαμπαδεύσαμε το αρχαίο ελληνικό θέατρο, την τραγωδία, σε ένα τόσο μακρινό μέρος. Μεγάλη η συγκίνηση, και ιδιαίτερα για μένα, που ερμήνευα την Αντιγόνη. Κάτι άλλο τόσο μεγάλο δεν αξιώθηκα ξανά. Αλλά, τα θαύματα δεν συμβαίνουν κάθε μέρα…
- Θεωρείτε πως η εξωτερική σας εμφάνιση σάς βοήθησε στα πρώτα βήματα της θεατρικής σας καριέρας;
Φαντάζομαι πως, ναι. Όμως, πιστέψτε με, δεν αρκεί η εξωτερική εμφάνιση για να προχωρήσεις. Ασφαλώς, γυναίκες και άντρες, εκμεταλλεύονται συχνά αυτό το δώρο της φύσης, αλλά για πολλούς γρήγορα έρχεται η από-μυθοποίηση. Αν δεν υπάρχει υπόβαθρο, φλόγα, πάθος, προσωπικότητα, ταλέντο… τελικά όλα καταρρέουν σαν χάρτινος πύργος. Προσωπικά, δεν βασίστηκα ποτέ στην εξωτερική μου εμφάνιση.
- Έχετε κάνει θέατρο, τηλεόραση και κινηματογράφο. Ποιο είναι αυτό που ξεχωρίζετε;
Έχω κάνει και πολύ ραδιόφωνο. Άλλη μια μεγάλη αγάπη. Και δεν μπορώ να ξεχωρίσω κάτι απ’ όλα. Το καθένα το υπηρέτησα με την ίδια αφοσίωση και το ίδιο πάθος. Βέβαια, το θέατρο έχει άλλη μαγεία.
- Για πολλές δεκαετίες πρωταγωνιστούσατε σε εξώφυλλα περιοδικών. Μιλήστε μας για εκείνη την περίοδο της ζωής σας.
Α, ναι… τα εξώφυλλα. Ήταν πολύ όμορφη περίοδος και αυτή. Θυμάμαι που γινόταν πόλεμος στο σινάφι μας για το ποια πρωταγωνίστρια θα έμπαινε εξώφυλλο στο Χριστουγεννιάτικο ή στο Πασχαλινό, ας πούμε, τεύχος των περιοδικών. Ήταν τιμητικό να σε επιλέξουν οι ιθύνοντες, για να κοσμήσεις ένα εορταστικό τεύχος.
Προσωπικά, δεν είχα ποτέ όμως, τέτοια αγωνία. Οι προτάσεις ερχόντουσαν από μόνες τους. Με ζητούσαν… Και έτσι, όντως, έκανα πολλά εξώφυλλα. Είχα και καλή σχέση με τους φωτογράφους, είν’ η αλήθεια. Διαπροσωπική σχέση.
Από την άλλη, ασφαλώς και ήταν ένα απαραίτητο όπλο για τη δουλειά μου το εξώφυλλο, όμως ήταν και μια διαρκής ταλαιπωρία. Κομμωτήριο, να κουβαλώ ρούχα… πολλές φορές η φωτογράφιση ήταν εξωτερική, στη θάλασσα, στο βουνό… δεν ήταν παιχνιδάκι. Άσε, που καμιά φορά κρατούσε όλη τη μέρα. Γύριζα κατάκοπη στο σπίτι. Ήταν όμορφα, όμως…
- Πρωταγωνιστήσατε σε σειρές της κρατικής τηλεόρασης με υψηλή τηλεθέαση και μάλιστα σε μία από αυτές, «Ο κόσμος κι ο Κοσμάς» του Γ. Ξενόπουλου, το 1981, σημειώθηκε ογδόντα τοις εκατό τηλεθέαση. Ποιό ήταν το μυστικό της επιτυχίας; Τι είναι αυτό που λείπει από την σημερινή ελληνική μυθοπλασία;
Όλες οι τηλεοπτικές σειρές που είχα τη χαρά να συμμετέχω ή να πρωταγωνιστήσω, ήταν μεγάλες επιτυχίες. Και ο «Ρωμανός Δ’ Διογένης» και η «Υπέροχη γλωσσού»… Με μεγαλύτερη, βέβαια, αυτή που αναφέρατε. «Ο κόσμος και ο Κοσμάς».
Πιστεύω πως το μυστικό της επιτυχίας ήταν η καλή συνεργασία. Ήταν μεγάλη χαρά να πηγαίνουμε το πρωί στο γύρισμα, γιατί ξέραμε ότι θα περάσουμε καλά. Δεν υπήρχαν ίντριγκες, τσακωμοί, και πισώπλατα μαχαιρώματα. Τουλάχιστον, στις σειρές που συμμετείχα εγώ. Κι αυτό εκπέμπεται. Το κακό παρασκήνιο βγαίνει στο προσκήνιο.
Όσον αφορά στο σήμερα… Και σήμερα γίνονται –ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια‒ αξιόλογες σειρές, που τις παρακολουθεί με μεγάλο ενδιαφέρον ο κόσμος. Αυτό που απαιτείται, κατά τη γνώμη μου, για την επιτυχία μιας σειράς (εκτός από το καλό σενάριο και τις καλές ερμηνείες), είναι η δημιουργία ατμόσφαιρας. Κι αυτό είναι στο χέρι του σκηνοθέτη. Η ατμόσφαιρα, δυστυχώς, λείπει από αρκετές σειρές που προβάλλονται σήμερα. Κι έτσι, δεν υποβάλλεται ο θεατής. Αυτό, βεβαίως, ισχύει και για τον κινηματογράφο.
- Πρόσφατα ολοκληρώθηκαν οι παραστάσεις του έργου του Γιώργου Α. Χριστοδούλου «Όταν η Φόνισσα συνάντησε τη Μήδεια» σε σκηνοθεσία Βασίλη Πλατάκη στο οποίο πρωταγωνιστούσατε στο θέατρο Μικρό Broadway. Τι αποκομίσατε από αυτή την παράσταση; Ετοιμάζετε κάποια νέα θεατρική δουλειά;
Ήταν ένα αξιόλογο έργο και μια παράσταση, που αληθινά θεωρώ ότι τιμά το βιογραφικό μου. Υποδύθηκα την «Μήδεια» και ήταν ίσως ο δυσκολότερος ρόλος που έχω ερμηνεύσει στην καριέρα μου. Πραγματικά ήταν στούντιο για μένα και μια ευκαιρία να μετρήσω τις υποκριτικές μου δυνάμεις. Οι πολύ καλές κριτικές που πήρα, ήταν το εύσημο και το βραβείο μου – δόξα τω Θεώ… Είχαμε όμως και καλό «μαέστρο». Και μαέστρος, σε κάθε θεατρική παράσταση, είναι ο σκηνοθέτης.
Για το μέλλον, όχι, δεν σχεδιάζω τίποτα προς το παρόν. Ίδωμεν!
ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΟ ΕΡΓΟ
- Από το 1989 αρχίσατε να γράφετε. 7 βιβλία με πιο πρόσφατο το «Κι όμως εμείς θα πάμε στον Παράδεισο» - εκδ. ΙΩΛΚΟΣ που εκδόθηκε το 2018 Μιλήστε μας γι' αυτή την ενασχόλησή σας. Ετοιμάζετε κάποιο νέο βιβλίο;
Όπως πιστεύω πως «ο ηθοποιός γεννιέται, δεν γίνεται», το ίδιο πιστεύω και για τον συγγραφέα. Είναι μια σπίθα κι αυτή, μια φλόγα που υποφώσκει, και είναι θέμα χρόνου να βγει στην επιφάνεια και να εκφραστεί.
Πάντα έγραφα, πολύ ωραίες εκθέσεις και στο σχολειό… ποτέ μου όμως δε φανταζόμουνα ότι θα έγραφα βιβλία, και μάλιστα ότι θα γνώριζαν τόση επιτυχία. Εννοώ, ότι θα διαβαζόντουσαν πολύ και ότι θα αποκτούσα αναγνωστικό κοινό. Όμως συνέβη και αυτό.
Ουσιαστικά, τα βιβλία μου είναι μια κραυγή – έτσι θα τα χαρακτήριζα. Μια δυνατή φωνή, που στηλιτεύει και καυτηριάζει. Δεν γράφω ερωτικό ή ιστορικό μυθιστόρημα. Μ’ ενδιαφέρει ο άνθρωπος – οι πόθοι του, οι αγωνίες του και τα αδιέξοδά του. Έχω θίξει μέσα απ’ τα βιβλία μου την ενδο-οικογενειακή βία και την κακοποίηση της γυναίκας, τον βιασμό, την ανθρώπινη μοναξιά, την οικονομική ανασφάλεια, την αξία της αγάπης και της προσφοράς… Ο άνθρωπος είναι στο πρώτο πλάνο της θεματολογίας μου.
Τώρα, ναι… έχω τελειώσει ένα ακόμα μυθιστόρημα, ένα βιβλίο που θεωρώ εξ ίσου σημαντικό με τα προηγούμενα. Σ’ αυτό θίγω τα προβλήματα της τρίτης ηλικίας, τη μοναξιά, την αποξένωση και την εγκατάλειψη που βιώνουν αυτοί οι άνθρωποι, όταν πια η ροή της ενεργού ζωής τούς χαρακτηρίζει ως «άχρηστους». Υποθέτω πως θα εκδοθεί στο εγγύς μέλλον.
ΤΑ ΣΚΑΝΔΑΛΑ ΔΕΝ ΘΑ ΕΚΛΕΙΨΟΥΝ
Η Γωγώ Ατζολετάκη, μιλώντας και για όσα συμβαίνουν στον καλλιτεχνικό κόσμο τον τελευταίο καιρό, με τα τόσα σκάνδαλα σεξουαλικής παρενόχλησης που ξέσπασαν, διακρίνει ότι: «κάποιοι θα είναι πιο προσεκτικοί στο μέλλον… θα φοβούνται πως αν παρεκτραπούν, πιθανώς να υπάρξει μια καταγγελία… αλλά φοβάμαι πως παρόμοιες καταστάσεις δεν πρόκειται να εκλείψουν εντελώς – όχι μόνο στον κόσμο του θεάτρου… Παντού, σε όλους τους χώρους, συμβαίνουν αυτά. Πώς το λέει ο Χατζιδάκης στο τραγούδι τού Κεμάλ ;… «Καληνύχτα, Κεμάλ. Αυτός ο κόσμος δε θ’ αλλάξει ποτέ».
ΚΑΤΑΛΥΤΙΚΗ Η ΠΑΝΔΗΜΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ
Όσο για τις επιπτώσεις της πανδημίας στον χώρο του θεάτρου και το κατά πόσο η πολιτεία στήριξε αυτόν τον κλάδο η Γωγώ Ατζολετάκη μας είπε ότι: «η πανδημία ήταν καταλυτική για το θέατρο. Γενικά, για ό,τιδήποτε φέρει τη σφραγίδα «πολιτισμός». Εγκλωβιστήκαμε, δεν είχαμε τρόπο να εκφραστούμε, και βέβαια, επέτεινε το βιοποριστικό πρόβλημα των ηθοποιών, αυτών που περιμένουν να ζήσουν μόνο από τη δουλειά τους.
Η πολιτεία βοήθησε όσο μπορούσε, φαντάζομαι. Ναι, βοήθησε – δε μας άφησε στο έλεός μας. Μην ξεχνάμε όμως, πως είμαστε ένα φτωχό κράτος, που μόλις που είχε βγει από μια δεκαετή οικονομική κρίση. Η πανδημία μας βρήκε στη χειρότερη στιγμή, πάνω που είχαμε αρχίσει ν’ αναπνέουμε. Τέλος πάντων, έτσι ή αλλιώς, πορευτήκαμε !
Τους νέους και τις νέες που έχουν όνειρο να ασχοληθούν με την υποκριτική παροτρύνει: «Να ασχοληθούν, αν το νιώθουν αδήριτη ανάγκη της ψυχής τους. Αυτό θα τους συμβούλευα. Αν νιώθουν μέγα πάθος και ασίγαστη φλόγα μέσα τους. Αν θεωρούν πως με οποιαδήποτε άλλη επαγγελματική επιλογή, θα είναι δυστυχισμένοι. Μόνο τότε. Γιατί αυτός ο δρόμος είναι πολύ σκληρός. Έχει πολλή πίκρα και πολλά δάκρυα. Και μεγάλη ανασφάλεια. Γιατί δεν είναι μόνο η επιτυχία, είναι και η επιβίωση. Αν όμως κάποιος/α είναι παθιασμένος/η και αφοσιωμένος/η στο στόχο, και έχει και ταλέντο φυσικά, το σίγουρο είναι ότι θα πετύχει. Βέβαια, κανείς δεν μπορεί να ξέρει από πριν το μέλλον του ούτε τις ευκαιρίες που θα του παρουσιαστούν. Εδώ, μεγάλο ρόλο παίζει και ο παράγοντας «τύχη».
WHO IS WHO
Η Γωγώ Ατζολετάκη σπούδασε θέατρο στη Δραματική Σχολή Αθηνών του Γιώργου Θεοδοσιάδη.
Στο θεατρικό χώρο κινείται από το 1973 μέχρι σήμερα γόνιμα και δημιουργικά, άλλοτε σε συνεργασία με άλλους παραγωγούς και άλλοτε ως θιασάρχης, καλύπτοντας ένα ευρύ φάσμα ρεπερτορίου, που εκτείνεται από την επιθεώρηση μέχρι την αρχαία ελληνική τραγωδία.
Τη διετία 1987-88 συνεργάζεται ως αρθρογράφος-σχολιογράφος με τις εφημερίδες «Εβδόμη» και «Κυριακάτικη Ακρόπολη», ενώ ως κειμενογράφος και παραγωγός ραδιοφωνικών εκπομπών έχει συνεργαστεί με τον ΑΝΤΕΝΝΑ, την ΕΡΑ 2, την ΕΡΑ 4, το Γ΄ Πρόγραμμα, τον PLANET, τη ΝΕΤ 105.8 και τον Alpha989.
Έχει ασχοληθεί και με τη μετάφραση θεατρικών έργων από τα αγγλικά. Έργα της που έχουν ανεβεί: «Το φεγγάρι που ματώνει − Blood moon» του Νίκολας Καζάν (θέατρο ΤΟΠΟΣ ΑΛΛΟΥ, 2001 και 2009) και «Εξαιρετικές περιστάσεις» του Μπέρναρντ Σλέιντ (θέατρο ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΗ ΓΕΦΥΡΑ, 2004).
Το 2019 ανέβηκε από το ΘΕ.Σ.Μα (Θεατρικό Εργαστήρι Σπερχειάδας-Μακρακώμης) το πρωτότυπο θεατρικό της έργο «Καλή αντάμωση» σε σκηνοθεσία Κώστα Μέρρα.
Πλούσιο και το συγγραφικό της έργο μέχρι σήμερα. 1989 με το «Προσωπική απόδραση», ακολουθούν : Το «Ηθοποιός, Σκιά και Φως» (1999 και 2006) - το «Σαν άσπρο πούπουλο σ’ απέραντο γαλάζιο» (2000) - «Η φίλη σου, Ροζαλία» (2004) - «Το Ζ της Ζωής» (2009 και 2015) – «12 και 5 αμαρτωλές ιστορίες» (2012) και το «Κι όμως εμείς θα πάμε στον Παράδεισο» (2018).
Ιδιαίτερα έχει δραστηριοποιηθεί στον τομέα «Το θέατρο στην εκπαίδευση». Από το 1998 έως το 2009 διετέλεσε μέλος κριτικής επιτροπής του Υπουργείου Παιδείας στους Πανελλήνιους Θεατρικούς Αγώνες, και επίσης κατά την τριετία 2005-2008, υπήρξε τακτικό μέλος της επιτροπής του Υπουργείου Παιδείας για τα Καλλιτεχνικά Σχολεία.
Τον Δεκέμβριο του 2009 βραβεύτηκε από τη Διεθνή Εταιρεία Στήριξης Οικογένειας για τη συμβολή της στο τεράστιο πρόβλημα της γυναικείας και παιδικής κακοποίησης μέσα από τα μυθιστορήματά της «Η φίλη σου, Ροζαλία» και «Το Ζ της ζωής».
Τον Οκτώβριο του 2012 δημιούργησε τη Δράση αλληλεγγύης ΦΙΛΟΚΟSΜΟS, που στηρίζει με είδη διατροφής, ρουχισμό και παιχνίδια, Ιδρύματα και άπορες οικογένειες.
Είναι μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων. Ζει στην Αθήνα, είναι παντρεμένη με το δημοσιογράφο και καθηγητή πανεπιστημίου Στέλιο Συρμόγλου κι έχει μια κόρη, τη Θεοδώρα.